- ἀνακαινίζομαι
- ἀνακαινίζωrenewpres ind mp 1st sgἀνακαινίζωrenewpres ind mp 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ανακαινίζομαι — ανακαινίζομαι, ανακαινίστηκα, ανακαινισμένος βλ. πίν. 34 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
προσανακαινούμαι — όομαι, Α αρχίζω να ανακαινίζομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἀνακαινοῦμαι «ανανεώνομαι, αναζωπυρώνομαι»] … Dictionary of Greek
συνανακαινίζομαι — Α ανακαινίζομαι κι εγώ … Dictionary of Greek